1. Από μισοσαράκοστα αρχίζουνε οι σπιτικές ετοιμασίες για τη Λαμπρή. Κάθε μια νοικοκυρά θα πιτσιλίσει (ασβεστώσει) όλο το σπίτι της μέσα κι έξω. Μόνη της ή με τις κόρες της και τη γριά μάνα της η νοικοκυρά θα κάνει άλλη αυτή τη δουλειά.
2. Στη γραμμή, απάνω - κάτω όλα τα παιδάκια, με τους μισοτενεκέδες στο χέρι πάνε στη χορηλού να πάρουνε το χορήλι (ασβέστη) που χρειαστεί για το πιτσίλισμα. Αληθινό πανηγύρι τις ώρες αυτές, που πάνε μαζωμένα με παιχνίδια στης χορηλούς το σπίτι.
3. Βδομάδες ολάκερες βαστάει το πιτσίλισμα. Αρχίζουνε τα μέσα πρώτα και ύστερα τα έξω. Με τη σειρά τα σαλότα, τα κατώγεια, τα λιακωτά οι αυλές, οι μάντρες, όλα τα μέρη του σπιτιού θα πιτσιλιστούνε και κάτασπρα θα περιμένουνε τη μεγάλη λαμπρή.
4. Ύστερα από το πιστσίλισμα θα αρχίσει το λαδόχρωμα, η λαδομπογιά σε πόρτες και παράθυρα, σε πατώματα και μεσοταράτσες, σε σκάλες του σπιτιού και σε ψηλούς λαιμούς της στέρνας.
5. Τότε η φαμίλια, όσο βαστάνε φρέσκες οι λαδομπογιές, θα μπαινοβγαίνει από την παλιά πόρτα, θα περιορίζεται σε μια μεριά του σπιτιού, στο κατώι συνήθως, και με προσοχή θα ανεβαίνει στις κάμαρες που κοιμάται ο καθένα, ως που να έρθει η Λαμπρή, που πρέπει νά 'βρει το σπίτι ολοκάθαρο με τις μπογιές απάτητες, σαν λουλούδι μέσα στην Άνοιξη.
6. Τη Μ. Βδομάδα, λίγες μέρες πριν της Λαμπρής πιτσιλάνε και το δρόμο. Σε μεγάλη απόσταση από την οξώπορτα το καλντερίμι θα σκουπιστεί καλά, θα πιτσιλιστούνε όμορφα οι αρμοί, που είναι αναμεσής στις πετρούλες του και έπειτα θα σφουγκαριστούνε μια μια με προσοχή οι πετρούλες αυτές, ώστε να φεγγοβολάει και να μοσκοβολάει και ο δρόμος από την πάστρα, όπως φεγγοβολάει και μοσκοβολάει όλο το Υδραίκό σπιτάκι.
7. Από νωρίς επίσης ετοιμάζει κάθε νοικοκυρά τα Μαμπρηάτικα ρούχα τ'αντρός της, των παιδιών της, τα δικά της. Όλα πρέπει να είναι καινούργια στην Ανάσταση του Χριστού από καπέλο μέχρι παπούτσια.
8 Μετά τα πιτσιλίσματα αρχίζουνε τα πλυσίματα, τα ραψίματα, τα τριψίματα όλων των καζανιών και των άλλων χαλκωμάτων, που έχει το σπίτι.
9. Μισοσαράκοστα παραγγέλνουνε στον τσοπάνη τους φέρει τα δεμάτια, που θ' ανάψουνε το φούρνο. Πρέπει, βλέπεις, να ξεραθούνε καλά για να πάρει γλήγορα ο φούρνος. Όλες δε, θέλουνε δεμάτια από σκίντο κι όχι από βένιο γιατί ο σκίντος καίει πιο καλά το φούρνο και τα ψωμιά μοσκοβολάνε.
10. Επισκευάζουνε κατόπιν το φούρνο, που έχει κάθε Υδρέικο σπιτάκι ή μέσα στην κουζίνα ή δίπλα της απ' όξω και κατά το περιβολάκι του σπιτιού. Κοιτάνε τη βάτρα του μήπως έχει χαλάσει ή την καπιναδάδα του μήπως έχει φράξει. Τούτο το κάνουνε όσες δεν ανάβουνε τακτικά παρά τρώνε ψωμί παζαρίσιο και μονάχα Λαμπρή και Χριστού τον ανάβουνε.
11. Παραγγέλνουνε το αλεύρι . Πολλά σπίτα ζυμώνουνε ολάκερη σάκκενα. Φροντίζουνε για τ' αυγά και για τα άλλα σένια , που θέλει το ζύμωμα , και λογαριάζουνε ποιές θα βοηθήσουνε και τι θα κάνει η κάθε μια στο ζύμωμα.
12. Την Κυριακή των Βαίων μετά τη λειτουργία βάφουν πάντοτε τ' αυγά. Τη μπογιά, άμα τελειώσει το βάψιμο, δεν τη βγάζουνε μερικές μέρες από το σπίτι, ούτε τη χύνουνε, γιατί διώχνουνε των κοριτσιών τη τύχη.
13. Την Μεγάλη Τετάρτη και τη Μ. Πέμπτη γίνεται το ζύμωμα. Αν φανεί από το ζύμωμα, πως δεν θα φτάσουνε τ' αυγά τότε ξαναβάφουνε άλλα την Μ Πέμτη το πρωί.
14. Το πρώτο αυγό, που θα βάψουνε το βάζουνε στο εικονοστάσι και φυλάνε ίσα με του χρόνου. Είναι της Παναγιάς. Γίνεται δε κρατητήρας.
15. Στο ζύμωμα ένα κουλούρι τ΄ ομολογάνε της Πρωτομαγιάς. Το τρώνε τότε μπουκιές μέσα στο γάλα, ακόμα κι όταν μουχλιάσει , γιατί η μούχλα του δυναμώνει τα μαλλιά και δεν πέφτουνε.
16. Το ζύμωμα, όταν γίνεται, απασχολεί όλες κι όλους του σπιτιού. Από βραδύς πιάνουνε προζύμι, που το φυλάνε πολλά σπίτια απ' την πρωτύτερη ζυμωσιά με΄σα σε ξύλινες κούπιζες, που φέρνανε οι παλιοί ναυτικοί απ' τη Μαρσίλια ή από τη Βενετιά. Το πρωί από τι 3 και από τις 2 καμιά φορά ξυπνάνε οι γυναίκες και αρχίζουνε το ζύμωμα.
Ανάβουνε φωτιά, ζεσταίνουνε νερό και αμέσως η κάθε μια στα σύνεργά της. Μια θα μπει στη σκάφη και θ' αρχίσει με τις γροθιές της το ζύμωμα. Άλλη θα κάτσει βοηθός της κοντά, για να της δίνει πότε αλεύρι, πότε νερό, ως που να γίνει η ζύμη. Άλλες κάθονται στα χαμηλά σκαμνάκια γύρω στα στρογγυλά χαμηλά τραπεζάκια, στους "σουφάδες" , που τάχουνε επιτηδες για το ζύμωμα, και πλάθουνε τα κουλούρια, φειάνουνε τα διάφορα μπιχλιμπίδια, που θα στολίσουνε τα κουλούρια. Η πιο μαστόρισσα φειάχνει τα προσκομίδια, που θα στείλουνε στη λειτουργία.
17. Όταν πλάθουνε το κάθε κουλούρι μολογάνε και κείνον στον οποίο θα το στείλουνε κι ανάλογα με το κάθε πρόσωπο βάζουνε τ' αυγά. Από ένα έως πέντε. Λένε δηλαδή, "του παππού", "της γιαγιάς", "της κοτσώνας", "της μπάρμπηλιως" , "του παππά" κλπ Και στο καθένα βάζουνε ένα , τρία, ή πέντε αυγά. Ύστερις απ' τα κουλούρια πλάθουνε τις κουτσούνιζες για τους φίλους και τα άλλα παιδιά.
18. Ποτέ δε ξεχνάνε να στείλουν κουλούρι και σε κείνους που έχουν δεσμό ευγνωμοσύνης.
19. Άμα πάρει η μέρα έχει τελειώσει πια το ζύμωμα και το φτιάξιμο των κουλουριών. Τα σκεπάζουνε τότε με μάλλινα μέσα στις πηνακωτιές, βάζουνε στη μέση της κάμαρας το μαγκάλι με μπόλικια χόβολη και τα αφήνουνε για "να' ρθούνε"
20. Ως που να' ρθούνε τα κουλούρια κι οι κουσούνιζες βγαίνουνε και καίνε το φούρνο, ως που ν' ασπρίσουνε τα χείλια του.
21. Στις ζυμωσιές τις άλλες, τελευταία φτιάχνουνε την όμορφη και νόστιμη προπύρα με το πολύ λάδι και την ψήνουνε στο φούρνο μέσα στην καραβάνα. Η προπύρα τρώγεται με τουλουμοτύρι και είναι σαν γλύκισμα. Μα στις ζυμωσιές της Λαμπρής και του Χριστού δεν κάνουν προπύρα γιατί είναι σαρακοστιανές μέρες.
22. Σαν έρθουνε τα ψωμιά αρχίζει του φούρνισμα, όπου πάλι κάθε μια κάνει τη δουλειά της. Άλλη φέρνει την πανηγωτιά, άλλη καθαρίζει το φούρνο και φέρνει τις φωτιές όξω στα χείλια του φούρνου, όπου στη χόβολη βάζουνε και ψήνουνε πατάτε, άλλη με το φτιάρι του φούρνου, τη λοπάτα που λένε, φουρνίζει προσεκτικά κι άλλη κάνει άλλη δουλειά.
23. Τα κουλούρια, που έχουνε μολογήσει για καλά πρόσωπα τα φουρνίζουνε μέσα σε νταβάδες (ταψιά).
24. Άμα ξεφουρνίσουνε, τακτοποιούνε πάλι τα κουλούρια μέσα και τα σκεπάζουνε πάλι με μάλλινα για να κρυώσουνε σιγά σιγά και για να μη κοκκαλιάσουνε.
25. Τη Μ. Παρασκευή και το Μ. Σάββατο στέλνουνε στα διάφορα σπίτια τα κουλούρια και τις κουτούνιζες. Μέσα σε όμορφα κάνεστρα του Τριεσιού σκεπασμένα με τις μεταξωτές μπόλιες της προίκας, τα πάνε τα παιδάκια κατακάθαρα και χαρούμενα.
26. Στους δρόμους τις δυο αυτές ημέρες δεν βλέπεις τίποτα άλλο από παιδάκια με κουλούρια και με ψώνια για τη Λαμπρή.
27. Στα σπίτα φιλιδωρούνε τα παιδάκια αυτά με κόκκινο αυτό και με ασημένιους παράδες.
28. Στους φιλιότσους μαζί με τις κουτσούνιζες στέλνουνε και τα κεριά με τα χρωματιστά χαρτιά και τα χρυσαφιά τους.
29. Στους γονιούς μαζί με το κουλούρι στέλνουνε και τα κεριά και ξεχωριστά ένα πιάτο κόκκινα αυγά.
30. Τα ψώνια που μπαίνουν στο τραπέζι γίνονται τη Μ. Παρασκευή και το Μ. Σάββατο.
31. Την Κυριακή των Βαίων το βράδυ, μετά το νυμφίο, λούζεται όλη η οικογένεια, για να είναι καθαρή όλη τη Μ. Βδομάδα. Τότε ξαναλούζεται το Μ. Σάββατο το βράδυ, που θα πάει στην Ανάσταση. Επίσης όποιος θα κοινωνήσει τη Μ. Πέμπτη, ή το Μ. Σάββατο το πρωί λούζεται από βραδύς και καθαρίζεται ολόκληρος και φοράει φρέσκα ασπρόρουχα ακόμη κι αν είχε αλλάξει την προτύτερη μέρα.
32. Την Κυριακή των Βαίων όλα τα σπίτια του νησιού θα βράσουνε ψάρι ή φρέσκο ή παστό . Σαν πατροπαράδοτα έχουνε να φτιάξουνε κολιό σκορδαλιά. Αν δεν βρούνε άλλο ψάρι, τότε θα κάνουνε μπακαλιάρο σκορδαλιά. Την ημέρα αυτή λένε τούτο το δίστιχο:
Βάγια βάγια και βαγιό
τρώνε ψάρι και κολιό
Και την άλλη Κυριακή
τρών το κόκκινο αυγό.
Από το βιβλίο του Νικ. Χαλιορή "ΥΔΡΑΪΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου