Πέντε μέρες στο πιο
κοσμοπολίτικο νησί ...μια ανάσα από την Αθήνα!
Ακολουθείστε μας βήμα βήμα και
δεν θα χάσετε!
Είχε περάσει μόνο
μια ώρα από τότε που έφυγα από τον Πειραιά και είχα ήδη ξεφύγει νοερά, όχι μόνο
από το κλεινόν άστυ αλλά και από κάθε άλλη εικόνα που είχα μέχρι σήμερα στο
μυαλό μου περί κοντινών αποδράσεων. «Δέσαμε» στη μέση των δύο προμαχώνων που
πλαισιώνουν το λιμάνι της Ύδρας και με μια γρήγορη ματιά, ένα αίσθημα αρχοντιάς
με κυρίευσε. Ήρθα «αδιάβαστη», κι όμως έμαθα, ήρθα απροετοίμαστη, κι όμως
ξαφνιάστηκα. Πρώτη μου... συνάντηση ο Σταμάτης και ο Διονύσης. Φανταζόσασταν
ποτέ πως 2 γαϊδουράκια θα σας έκαναν να χαμογελάσετε; «Πώς τα φόρτωσαν έτσι;»
ήταν η πρώτη μου σκέψη, μιας και οι πλουμιστές από τα δεκάδες πολύχρωμα
καμπανάκια μουσούδες τους αλλά και οι ταμπέλες με τα ονόματά τους δεν μπορούσαν
παρά να με κάνουν να νιώσω πιο οικεία μαζί τους, ειδικά από τη στιγμή που το
αντίστοιχο θέαμα σε άλλους προορισμούς σε ωθεί απλώς στο να τα λυπάσαι. Στις
πλάτες τους μετέφεραν τα πράγματά μου, τη στιγμή που εγώ, εν μέσω αρκετών
στάσεων στα πλακόστρωτα στενά, προσπαθούσα -μάταια, πολλές φορές- να
ισορροπήσω.
Συνέχισα να
χαμογελώ. Είχα προσπεράσει το Μουσείο Ύδρας, είχα παρατηρήσει την ιδιομορφία
των αρχοντικών (με εκείνο του Τσαμαδού που σήμερα φιλοξενεί τη σχολή
Εμποροπλοιάρχων να μου έχει κάνει μεγαλύτερη εντύπωση), και έφτασα τελικά στο
κεντρικό σημείο του λιμανιού. «Μα πού πάνε όλοι; Γιατί σκορπίζονται δεξιά και
αριστερά;». Το καμπαναριό του ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου σήμανε 8 το βράδυ.
Ήταν η ώρα που όλοι σπεύδουν είτε στο κάστρο του Κάβου γύρω από τον ανδριάντα
του Ανδρέα Μιαούλη (που λειτουργεί και ως φυσικό πέρασμα για το Μανδράκι), είτε
σχεδόν στην πίσω μεριά του λιμανιού (λίγο πριν το Καμίνι) για να απολαύσουν το
μαγευτικό ηλιοβασίλεμα. Πιστέψτε με, υπερβολή στις εκφράσεις εδώ δεν υπάρχει·
αισθάνεσαι δέος τόσο από τις εικόνες που αντικρίζεις, όσο και από αυτά που
μαθαίνεις. Τα αρχοντικά είναι «υπερβολικά» επιβλητικά, διατηρώντας τον
παραδοσιακό τους χαρακτήρα. Οι πληροφορίες σχετικά με το νησί ιδιαίτερα
σημαντικές, μιας και δεν εντυπωσιάστηκα μόνο από το γεγονός ότι ο τόπος αυτός
«γέννησε» 5 πρωθυπουργούς, αλλά και από το ότι εδώ γυρίστηκαν 2 ταινίες (η
«Φαίδρα» με τη Μελίνα Μερκούρη και «Το παιδί και το δελφίνι» με τη Σοφία Λόρεν)
που με τα καρέ τους έκαναν το νησί γνωστό στα πέρατα της γης.
Πάνω από όλα όμως,
διαπίστωσα πως η Ύδρα είναι σικάτη. Δεν επιτρέπει -ποτέ δεν επέτρεπε- να της χαλάσουν
την ηρεμία, γι' αυτό και στα δύσβατα στενά της συναντάμε μόνο τετράποδα
μεταφορικά μέσα. Δεν αφήνει να τη σπιλώσουν, γι' αυτό και εδώ δεν θα
συναντήσετε -ούτε κατά διάνοια- κέντρα διασκέδασης να γεμίζουν με μεθυσμένους
τουρίστες τους δρόμους γύρω από τα δροσερά, αλλά καταγάλανα νερά της. Η Ύδρα
είναι «κυρία». Δειπνεί σε μικρά, αλλά κομψά εστιατόρια και απολαμβάνει δροσερά
cocktails όταν δύει ο ήλιος. Βουτά σε πεντακάθαρες ακτές και φτάνει στις
μακρινές παραλίες μόνο με θαλάσσιο ταξί, για να νιώσει το αλατόνερο να της
χαϊδεύει τα μαλλιά. Ξαφνιάζεται ευχάριστα όταν αποδέχεται πως μπορεί τεράστιες
πλαζ να μην βρει, ωστόσο, περπατώντας 15 μόνο λεπτά ανακαλύπτει πολυχώρους για
χαλάρωση και ποτό, χορό και φαγητό που αρκούν και με το παραπάνω για να περάσει
υπέροχα. Ψωνίζει από γραφικά μαγαζάκια, αλλά πουθενά δεν βλέπει κάτι
αντιαισθητικό, κάτι άσχημα τουριστικό να της χαλάει την εικόνα. Κυρίως όμως,
συνειδητοποιεί πως με το πέρασμα των χρόνων, από εκεί που θεωρούνταν μια
κατεξοχήν στάση για Σαββατοκύριακα, σταδιακά γίνεται «στέκι» εξίσου κομψών,
απαιτητικών, σχεδόν σνομπ αλλά πάλι τόσο φινετσάτων ανθρώπων, που τη θεωρούν
ιδανική παρέα για όλο το καλοκαίρι, ακόμα και όλη τη σεζόν! Ναι, η Ύδρα με
κέρδισε! Μου αποκάλυψε έναν εαυτό που με πρόσταζε να «ωριμάσω». Να κάνω ησυχία
το μεσημέρι και να πω «ευχαριστώ» ακόμη και για τα αυτονόητα. Να εκτιμήσω πως
ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που μαζεύουν τα «απομεινάρια» των γαϊδουριών για να μην
τα πατήσω και μου χαλάσει η διάθεση. Πάνω απ' όλα, όμως, με έπεισε πως όσα
χρόνια και αν περάσουν, θα είναι ένα νησί που πραγματικά απευθύνεται σε όλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου